Δευτέρα 7 Ιανουαρίου 2008

X-Christmas tree, αυτοβιογραφούμενο










"Vanity" του Frank Cowper

Δεν έχω παράπονο. Ήξερα την μοίρα μου από την αρχή. Είχα προλάβει από πέρυσι, μικρό φιντανάκι ακόμα, να δω τα μεγαλύτερα φυντάνια, φρεσκοκομμένα, να φορτώνονται σε αγροτικά και να τραβούν για το άγνωστο. Φέτος ήταν η σειρά μου να τραβήξω προς τα κει. Με κάρφωσαν σ’ ένα μικρό σταυρό, για να στέκομαι όρθιο. Μια καλοστολισμένη κυρία με έδειξε στον βαριεστημένο κύριο που τη συνόδευε, αυτός έδωσε κάτι χρωματιστά χαρτιά στον άλλο κύριο - αυτόν που με κατέβασε στην πόλη και με σταύρωσε – και με φόρτωσε με τη σειρά του στο δικό του όχημα. Στριμώχτηκα λίγο όταν κλείσαν από πάνω μου την πίσω πόρτα αλλά μετά από λίγο με ανέβασαν σ’ ένα δωμάτιο γεμάτο μπιχλιμπίδια και με στήσαν δίπλα στο παράθυρο. Το ίδιο βράδυ η κυρία και τα φυντανάκια της με γέμισαν μ’ ένα πλήθος πολύχρωμα στολίδια, τόσα που με βάρυναν κάπως. Στο τέλος με τύλιξαν με ένα καλώδιο γεμάτο χρωματιστά λαμπάκια. Πρέπει να ήμουν πολύ όμορφο γιατί όλοι με κοίταζαν με πολύ θαυμασμό. Πέρασα καλά. Καμάρωνα τον εαυτό μου, τόσο που ξέχασα πείνα και δίψα, που μέρα τη μέρα με εξαντλούσαν. Ήξερα πως δε θα ζούσα για πολύ ακόμα, αλλά τι δοξασμένος τρόπος κι αυτός για να περάσεις τις τελευταίες σου ώρες. Δίπλα στο παράθυρο που στεκόμουν μπορούσα να ατενίζω τον ουρανό και τα σπίτια γύρω μου. Το βράδυ στραφτάλιζε όλη η γειτονιά. Από τα παράθυρα ξεχώριζαν κι άλλα φυντάνια, στολισμένα κι αυτά όπως εγώ. Η κυρία με τον κύριο και τα παιδάκια τους πέρασαν ώρες πολλές δίπλα μου, μπροστά σ’ ένα κουτί που έλαμπε μέρα-νύχτα μ’ ένα σωρό χρώματα. Άλλες φορές, πάλι, γύριζαν φορτωμένοι με σακούλες και κουτιά, τ’ άνοιγαν, τα έκλειναν, έβγαζαν από μέσα διάφορα φανταχτερά πράγματα και ήταν όλοι πολύ χαρούμενοι. Πρέπει να είναι πολύ σημαντικά όλα αυτά τα πολύχρωμα πράγματα για τη ζωή τους.
Χτες το βράδυ όμως κάτι άλλαξε. Η κυρία με ξεστόλισε γρήγορα-γρήγορα και μάζεψε τα στολίδια σ’ ένα μεγάλο κουτί. Μου έβγαλε και τα πολύχρωμα φωτάκια και μ’ άφησε έτσι γυμνό. Δεν μπορώ να καταλάβω γιατί. Μετά την είδα θυμωμένη γιατί ο χώρος γύρω μου γέμισε ξερές βελόνες από τα κλαδιά μου. Δεν φταίω εγώ γι αυτό. Είμαι τόσες μέρες διψασμένο και νηστικό, τα κλαδιά και οι βελόνες μου άρχισαν να ξεραίνονται. Σήμερα το πρωί ο κύριος με κατέβασε και με πέταξε σε μια γωνιά του δρόμου. Ούτε καν μ’ έστησε στο σταυρό μου αλλά με έριξε όπως-όπως, στο πλάϊ.
Τώρα περιμένω εδώ. Δεν θ’ αντέξω για πολύ ακόμα, ήδη άρχισα να ξεραίνομαι. Περιμένω να έρθει κάποια άλλη κυρία να με μαζέψει και να με βάλει στο δικό της σπίτι, να με στολίσει και να με καμαρώσει, όσο ακόμα έχω λίγη ζωή μέσα μου.

Αφιερωμένο στο πρώτο μεθεόρτιο X-Christmas tree που είδα σήμερα το πρωί να περιμένει τη σκουπιδιάρα.

Δεν υπάρχουν σχόλια: