Αν οι "αγανακτισμένοι" αντιμετωπίστηκαν από τους τελάληδες της εξουσίας με μια σχετική "επιείκεια", το ταξικό κίνημα αποτελεί γι'αυτούς σε σταθερή βάση το κόκκινο πανί. Ίσως γιατί κάθε λαϊκή διαμαρτυρία αντιμετωπίζεται διαφορετικά· οι αυθόρμητες παίρνουν μπόνους πόιντς ενώ οι οργανωμένες τιμωρούνται με πόιντ σύστεμ. Όπως κι αν έχει, για το ταξικό κίνημα οι κινητοποιήσεις του τελευταίου έτους δεν είναι το βάπτισμα του πυρός. Είναι ένα από τα μέσα που χρησιμοποιεί για την επίτευξη των στόχων του. Όχι απαραίτητα το πιο σημαντικό καθώς προμετωπίδα της συγκρότησής του είναι η ισχυροποίηση σε ταξική κατεύθυνση των συνδικάτων.
'Hδη από την Πρωτομαγιά του 2002 (αν δεν απατώμαι) το ΠΑΜΕ έχει επιλέξει να οργανώνει ξεχωριστές συγκεντρώσεις από τις υπόλοιπες συνδικαλιστικές οργανώσεις. Η τακτική αυτή έχει δώσει λαβή σε σχολιασμούς περί "αυτιστικού", "σεχταριστικού", "φοβικού", μέχρι και "διασπαστικού" ΚΚΕ/ΠΑΜΕ. Στις τάξεις των επικριτών μπορεί να συναντήσει κανείς από επαγγελματίες υβριστές μέχρι ανθρώπους που έχουν τις καλύτερες προθέσεις. Γεγονός είναι πως έχουν τα επιχειρήματά τους, άλλα τόσα έχουν και οι κρινόμενοι. Οι πρώτοι διατείνονται πως οι χωριστές συγκεντρώσεις αποδυναμώνουν τη δυναμική των κινητοποιήσεων, λειτουργούν στην κατεύθυνση της "καταγραφής δυνάμεων" και δηλώνουν υπεροψία προς τους υπόλοιπους διαδηλωτές. Οι έτεροι θεωρούν πως η συμπόρευση με τον καθεστωτικό συνδικαλισμό θα αποτελούσε ντε φάκτο νομιμοποίηση των ενδοτικών πρακτικών του τελευταίου από το ταξικό μέτωπο. Σκοπός πάντως αυτού του σημειώματος δεν είναι να αναπτύξει εξαντλητικά τα επιχειρήματα υπεράσπισης και πολιτικής αγωγής αλλά να αφουγκραστεί τον αντίχτυπο των τακτικών του ταξικού κινήματος στην κοινωνία. Σ' αυτό το πλαίσιο οι χωριστές συγκεντρώσεις πέρα από το μέτωπο με τον κυβερνητικό συνδικαλισμό ευκαιρίας αντικατοπτρίζουν και και την πάγια "αντιοπορτουνιστική" προσήλωση του ΚΚΕ. Μια στάση καταγγελίας των υπολοίπων αριστερών κομμάτων και οργανώσεων, αμφισβητήσιμης ανάγκης ως προς την έντασή και συχνότητά της, κατά την άποψή μου. Η οποία ομολογουμένως δεν ξεφεύγει στο βαθμό να συστοιχίζει τους "οπορτουνιστές" με τα λοιπά αστικά κόμματα. Η όξυνση της "οπορτουνιστολογίας" είναι βλαπτική στο βαθμό που αφ' ενός μέσω της διαρκούς επανάληψης και αφ' ετέρου της σκόπιμης υπερπροβολής της από τα ΜΜΕ θρέφει τα φοβικά αντανακλαστικά μεγάλου κομματιού της κοινωνίας προς τη λεγόμενη "ξύλινη συνθηματολογία" και δημιουργεί μια πλαστή εικόνα ενός ταξικού κινήματος που ιεραρχεί την πάλη κατά των "όμορων" δυνάμεων ψηλότερα από αυτή κατά του καπιταλιστικού κράτους. Επιπλέον στοχοποιεί με οριζόντιο τρόπο πολιτικές δυνάμεις οι βάσεις των οποίων τελικά δεν έχουν αγεφύρωτες διαφορές με τη βάση του ΚΚΕ. Όσο κι αν οι επιλογές των ηγεσιών τους υποφέρουν από έλλειψη σαφούς ταξικού προσανατολισμού. Τελικά, εν μέσω καταιγίδας, θεωρώ πως είναι πιο εδαφική η προσέλκυση ακροατών και η συστράτευση στους κόλπους του ΚΚΕ και του ΠΑΜΕ με γνώμονα την πειστικότητα και τη συνέπεια του πολιτικού λόγου παρά μέσω ενός άτυπου καλλιστείου δογματικής ακρίβειας. Η οποία θα έχει μεν ιδιαίτερη σημασία για τη διαχείριση της εξουσίας όταν αυτή κατακτηθεί, ελάχιστη όμως σημασία έχει τώρα για όσους το ΚΚΕ καλεί σε συστράτευση "ακόμα και αν δεν συμφωνούν σε όλα μαζί του". Αντί το ΚΚΕ να υπερτονίζει το φόβητρο των όποιων οπορτουνιστικών φαντασμάτων θεωρώ πως χρειάζεται να προβάλλει περισσότερο τον καταλυτικό ρόλο των ταξικών δυνάμεων στην οργάνωση της εργατικής τάξης και τις καθημερινές μάχες που δίνονται σ'αυτό το μετερίζι, κόντρα και στον εσμό των καθεστωτικών διαμορφωτών κοινής γνώμης. Ακόμα, κάποτε, και κόντρα σε εμπόδια που θέτει η έλλειψη ταξικής ισορροπίας πολλών από τα υπάρχοντα αριστερά σχήματα στον ταξικό αγώνα, τα οποία όμως εμπόδια είναι, κατά τη γνώμη μου, ήσσονος σημασίας.
Ανέκαθεν οι συγκεντρώσεις του ΚΚΕ και του ΠΑΜΕ φυλασσόταν από οργανωμένη περιφρούρηση. Η περιφρούρηση δεν είναι πολυτέλεια ή διαστροφή. Πηγάζει από τη σωρευμένη εμπειρία από τις πάγιες μέθοδους της εξουσίας, άλωσης ή χειραγώγησης των συγκροτημένων διαδηλώσεων. Είτε με απροκάλυπτο τρόπο είτε με καμουφλαρισμένους μηχανισμούς. Είναι γεγονός πως η τακτική της περιφρούρησης προκαλεί συχνά αντανακλαστικές αντιδράσεις. Οι αντιεξουσιαστές εκ φύσεως απορρίπτουν τη λογική της, καθώς θέτουν τις βάσεις της αντίστασης σε επίπεδο αντάρτικου πόλεων και όχι παράθεσης συντεταγμένων δυνάμεων με ειρηνική προδιάθεση. Αντιμετωπίζουν έτσι την περιφρούρηση όχι σαν μία μέθοδο προστασίας των διαδηλωτών αλλά συγκροτημένης απειλής ή και βίας κατά των εξωκομματικών. Σαν μια συγκροτημένη δύναμη που παρεμποδίζει την άμεση διεξαγωγή αντάρτικων επιχειρήσεων κατά του κράτους. Είναι ένα πρίσμα που δεν στερείται τυπικού επιχειρήματος, σκοντάφτει όμως σε τουλάχιστον τρία ζητήματα. Στο δικαίωμα των ανθρώπων που δεν δύνανται ή δεν θεωρούν κατάλληλες τις συνθήκες για θερμή σύγκρουση με το κράτος να συμμετάσχουν σε ειρηνικές διαδηλώσεις. Στην ελευθερία των όποιων αντιεξουσιαστών να πραγματοποιούν τις επιχειρήσεις τους κατά του συμβόλου του κοινοβουλευτισμού τις υπόλοιπες ημέρες του χρόνου που απουσιάζει το ΠΑΜΕ από το "πεδίο της μάχης". Και στο γεγονός πως ο κύριος εχθρός του αντιεξουσιαστικού χώρου, το κράτος δηλαδή, ανέκαθεν χρησιμοποιούσε ως δούρρειο ίππο το χώρο αυτό ώστε να βάζει χέρι στις ειρηνικές διαμαρτυρίες χωρίς να εκτίθεται άμεσα το ίδιο. Είναι σε τελική ανάλυση σεβαστή η πολιτική επιλογή κάποιων να πολεμούν το κράτος με τις μεθόδους που κρίνουν ως καταλληλότερες αλλά αμφίβολη η σκοπιμότητα του να χρησιμοποιούν ως ασπίδες ή να στοχοποιούν αυτούς που επιλέγουν την ειρηνική διαμαρτυρία. Όπως στο κάτω κάτω πρέπει να είναι σεβαστό το δικαίωμα του ταξικού κινήματος να διασφαλίζει τη σωματική ακεραιότητα των διαδηλωτών του και να αποφασίζει το ίδιο πότε είναι οι κατάλληλες συνθήκες για την απόπειρα κατάκτησης της εξουσίας. Όσο σφαιρικά κι αν προσπαθεί να δει κανείς τα πράγματα, αντιμετωπίζοντας το σύνθετο ερώτημα "από ποιους επανδρώνονται οι τάξεις των κουκουλοφόρων, από ιδεολόγους αντιεξουσιαστές ή από προβοκάτορες" θα γείρει μοιραία προς τη δεύτερη απάντηση, λαμβανομένου υπόψη του επιλεγόμενου χωροχρόνου των επιχειρήσεών τους.
Εδώ βέβαια πρέπει να απαντηθεί ένα κρίσιμο ερώτημα. Πως ένα κόμμα που αυτοπροσδιορίζεται ως επαναστατικό όπως το ΚΚΕ δικαιολογεί τελικά τον επιθετικό προσδιορισμό ως ιδιότητα; Σαφώς, η επαναστατική ιδιότητα δεν αφορά στην καθημερινότητα του κόμματος αλλά στο μέσο με το οποίο θα κατακτηθεί, όταν κατακτηθεί, η εξουσία. Σε αντίθεση με τον αντιεξουσιαστικό χώρο για τον οποίο η επανάσταση είναι -θεωρητικά- ζήτημα της καθημερινότητας. Η καθημερινότητα του ΚΚΕ αφορά στην οργάνωση της εργατικής τάξης σε συνδικαλιστικό επίπεδο, ουσιαστικά δηλαδή στην δημιουργία ισχυρών εργατικών πυρήνων οι οποίοι θα κληθούν με επαναστατικό τρόπο να διεκδικήσουν και τελικά να διαχειριστούν την εξουσία μετά την κατάληψή της. Εδώ όμως δεν επιλύουμε ζητήματα ιδεολογικής φύσης αλλά αγωνιούμε για το αύριο της εργατικής τάξης στην οποία ανήκουμε και αυτό που μας καίει είναι το αν υπάρχουν βάσιμες ελπίδες για τη χειραφέτησή της.
Το ΚΚΕ και το ΠΑΜΕ κρίνουν πως για την κατάληψη της εξουσίας χρειάζονται ευνοϊκότεροι από τους παρόντες συσχετισμοί. Είναι γεγονός πως όταν τα συνδικάτα κυριαρχούνται από παρατάξεις που πρόσκεινται σε κυβερνητικά κόμματα είναι δυσχερής η ριζοσπαστικοποίηση των εργαζομένων και η κλιμάκωση του ταξικού αγώνα. Είναι επίσης γεγονός πως η εργατική τάξη υποφέρει από βαθύτατο ταξικό αναλφαβητισμό, προϊόν μακροχρόνιας καλλιέργειας της νοοτροπίας περί ευνομούμενης κοινωνίας και ισότιμων "κοινωνικών εταίρων". Καθώς και από χαλάρωση στο καταναλωτικό όνειρο που αποδεικνύεται όμως σιγά σιγά εφιάλτης για πλήθη προλετάριων που πιάστηκαν στο μελωμένο ιστό και περιμένουν το μοιραίο δάγκωμα της αράχνης. Αυτά έχουν πια γίνει συνείδηση σε μεγάλο μέρος της εργατικής τάξης. Αυτό που μένει -κι είναι το πιο δύσκολο- είναι η διατύπωση της εναλλακτικής πρότασης, της πρότασης κατάκτησης της εξουσίας από την εργατική τάξη, με πειστικό τρόπο. Η δυσκολία δεν οφείλεται τόσο στη συνοχή της πρότασης ή στις όποιες "ξύλινες" διατυπώσεις, όσο κυρίως στο γεγονός πως οι σύγχρονες γενιές έχουν βιώσει τις "καλύτερες" ημέρες του καπιταλισμού. Ο καπιταλισμός προσέφερε επί μακρόν ικανοποιητικές βιοτικές συνθήκες σε μεγάλο κομμάτι της εργατικής τάξης. Συνθήκες χαμηλής ανεργίας, οικονομικής ανάπτυξης και καταναλωτικής πληθώρας. Στην ανθρώπινη φύση είναι αναπόσπαστο στοιχείο η ελπίδα. Ακόμα κι αν μαζί με την ελπίδα για τη διατήρηση των κεκτημένων με αίμα εργατικών δικαιωμάτων συνυπάρχει η ελπίδα για τη διατήρηση των χαντρών και καφρεπτών της κατανάλωσης. Με δεδομένη την πρόσφατη ιστορικά ανατροπή του μοντέλου κεντρικού σχεδιασμού της οικονομίας είναι λογική η φοβία για την επαύριο των ριζικών ανατροπών. Η μεγάλη πλειοψηφία των εργαζόμενων έλκεται από την κεντρομόλο ιδέα ενός καπιταλισμού "με ανθρώπινο πρόσωπο" και τρέμει το φυγόκεντρο ενδεχόμενο. Γιατί τρέμει το άγνωστο και έχει υποστεί χρόνια, ύπουλη προπαγάνδα για τις συνθήκες διαβίωσης του πληθυσμού στις χώρες που εφήρμοσαν το μοντέλο κεντρικού σχεδιασμού. Δεν πρέπει να υποτιμούμε το γεγονός πως μέσα στους υποστηρικτές και συνοδοιπόρους των ταξικών δυνάμεων και του ΚΚΕ υπάρχουν πολλοί άνθρωποι που δεν ονειρεύονται απαραίτητα τη δικτατορία του προλεταριάτου αλλά απλώς μια δικαιότερη κοινωνία. Όλα αυτά αδυνατίζουν την πειστικότητα της πρότασης του ΚΚΕ και μοιραία δίνουν λαβή στους απολογητές του καπιταλιστικού συστήματος για να τη χαρακτηρίζουν από ανεδαφική μέχρι και γραφική. Και ακόμα περισσότερο να απαιτούν από το ΚΚΕ να διατυπώσει πρόταση διαχείρισης -επί της ουσίας επιβίωσης- του καπιταλιστικού συστήματος, επί ποινής χαρακτηρισμού του ως "κόμμα του στείρου όχι". Η φιλολογία περί αμήχανης ή "χωρίς πρόταση" αριστεράς στην οποία τσουβαλιάζεται η πρόταση του ΚΚΕ με τις υβριδικές προτάσεις του ΣΥΡΙΖΑ, για να σκεπάσει τελικά οποιαδήποτε φωνή αρνείται την αθανασία του καπιταλισμού, έχει την επιρροή της στην κοινή γνώμη και η απόκρουσή της είναι εξαιρετικά δύσκολο έργο απέναντι σ'έναν εχθρό που χρησιμοποιεί όλα τα μέσα χειραγώγησης συνειδήσεων.
Οι συνθήκες μέσα στις οποίες καλείται το ταξικό κίνημα να αναπτύξει τις πρωτοβουλίες του είναι πρωτοφανείς για τη μεταπολεμική ιστορία του τόπου. Όσο το βιοτικό επίπεδο του λαού κατρακυλά χωρίς ορατό προορισμό τόσο αυξάνονται οι ευθύνες του ταξικού κινήματος κι άλλο τόσο η επαγρύπνηση της κυρίαρχης τάξης απέναντι στους επιβουλείς της. Ο μεγαλύτερος κίνδυνος όμως δεν καιροφυλακτεί στις μεθόδους που θα χρησιμοποιήσει η εξουσία όσο στο πιθανότατο ενδεχόμενο εκτόνωσης των συνθηκών ασφυξίας του λαού σε αυτοκαταστροφικές εκρήξεις. Αν και ο λαός πια συνειδητοποιεί σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό από παλιότερα ότι για τη μοίρα του δεν ευθύνεται μόνο ο Χ ή ο Ψ πολιτικάντης αλλά κυρίως το σύστημα και το οικονομικό μοντέλο το οποίο υπηρετούν, δυσκολεύεται ή δεν έχει κουράγιο να μετατρέψει τη συνείδηση αυτή σε ενεργητική αντίδραση. Τα φαινόμενα των "αγανακτισμένων" αλλά και η εξάπλωση συμβάντων όπως αυτά στις παρελάσεις δείχνουν πως οι επιφανειακοί υπεύθυνοι εξακολουθούν να τραβούν μεγαλύτερη προσοχή από αυτή που τους αξίζει. Το ταξικό κίνημα θέτει το θέμα των υπευθύνων για τα πάθη του λαού στη σωστή βάση. Βρίσκεται διαρκώς στους δρόμους και κοινωνεί τις θέσεις του. Θα χρειαστεί όμως να εντείνει τις προσπάθειές του στο επίπεδο της καθημερινότητας της εργατικής τάξης. Η αποστολή είναι δύσκολη αλλά δεν υπάρχει άλλος δρόμος για τη χειραφέτηση του λαού.